ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
Κατερίνη 28.11.2012
Κατερίνη 28.11.2012
Αριθμ. Πρωτ. 293
Προς
Την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος
Την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος
Εν σχέσει με το εκπονηθέν Σχέδιο του Κώδικα περί Δικηγόρων, από την εμπεριστατωμένη μελέτη του, αποκομίσαμε τη γνώμη ότι πρόκειται περί σχεδίου νομοθετικού κειμένου με αρτιότητα και πληρότητα, ανταξία άλλωστε της επιστημονικής κατάρτισης και της πληρέστατης γνώσης της δικηγορικής πρακτικής από τους συναδέλφους-συντάκτες του. Συμφωνούμε κατ’ αρχήν με τη συνολική συγκρότηση του κειμένου και τις νομοθετικές ρυθμίσεις που διαλαμβάνονται σ’ αυτό.
Με την παρούσα παρέμβασή
μας επιθυμούμε να επιστήσουμε την προσοχή σε
μερικά σημεία ή ορισμένες διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου ή και
τη διατύπωση κάποιων επισημάνσεων,
χρησίμων κατά τη γνώμη μας, όπως και
παρατηρήσεών μας για συγκεκριμένα θέματα τα
οποία ενδεχομένως θα μπορούσαν
να ρυθμισθούν κατά
τρόπο δικαιότερο και επωφελέστερο
για την απονομή της
Δικαιοσύνης γενικότερα ή την
άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος
ιδιαιτέρως.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΚΑΤ’ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ
Άρθρο 4 «Απόκτηση
δικηγορικής ιδιότητας»
Σ’ αυτό το άρθρο διατυπώνονται περιληπτικά διατάξεις
άλλων άρθρων και τίποτε
περισσότερο. Μήπως θα ήταν περιττή η διατύπωσή του.
Άρθρο 6. «Προϋποθέσεις
δικηγορικής ιδιότητας - κωλύματα»
Το δεύτερο εδάφιο της παραγρ. 1 αφορά προφανώς Έλληνες ομογενείς αλλοδαπούς προερχόμενους
από χώρες και εκτός Ε.Ε. Αν είναι έτσι, μήπως θα πρέπει να θεσπισθεί συναρμοδιότητα και του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για το
διορισμό του ως δικηγόρου.
Στην παραγρ. 3: Στο εδάφιο (α) όσον αφορά τον όρο «κάθειρξις» να ληφθεί
υπόψη κατά την
τελική διατύπωση του κειμένου ότι στο, προς διαβούλευσιν, σχέδιο του
νέου Ποινικού Κώδικα (άρθρο 44 παρ. 1) ο όρος αυτός καταργείται και παραμένει ως
ποινή στερητική της ελευθερίας μόνο η φυλάκιση.
Στο
εδάφιο (β) δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των κωλυμάτων διορισμού και η απάτη,
αδίκημα εξίσου σημαντικό και, για
έναν δικαστικό λειτουργό, μείζονος επικινδυνότητας. Ακριβέστερα,
τα κωλύματα αυτά θα πρέπει
να είναι επακριβώς τα ίδια με εκείνα που αφορούν το διορισμό
δικαστικών λειτουργών, αφού κατά
το άρθρο 1 παρ. 1 ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός και κατά
το άρθρο 2 η θέση του στην
απονομή της Δικαιοσύνης είναι, μεταξύ
των άλλων, και ισότιμη.
Άρθρο 7. Αυτοδίκαιη
απώλεια της ιδιότητας
του δικηγόρου.
Στην παραγρ. 1 εδαφ. (γ):
Δεδομένου ότι με το Ν 3852/2010 («Καλλικράτης») καταργήθηκαν οι Κοινότητες ως αυτοδιοικούμενα νομικά πρόσωπα και
δεδομένου ότι στους ΟΤΑ περιλαμβάνονται οι Δήμοι και οι Περιφέρειες, θα ήταν ορθότερη
η αναφορά εν προκειμένω στους
«Ο.Τ.Α. οποιουδήποτε βαθμού». Σε
κάθε περίπτωση η λέξη «κοινοτική» δεν
έχει θέση.
Στην παραγρ. 3, πρώτο εδάφιο, μετά τη
φράση «.. περιπτώσεις της παραγράφου 1» παραλήφθηκαν οι λέξεις «του παρόντος άρθρου».
Άρθρο 10. Μαθητεία φοιτητών σε
Δικηγορικά Γραφεία
Δεν γίνεται κατανοητή η tatio της διάταξης αυτού του άρθρου. Σε τι θα εξυπηρετούσε η
ρύθμιση της οποιασδήποτε απασχόλησης των
φοιτητών των νομικών Σχολών. Αν ένας φοιτητής Νομικής Σχολής εργάζεται
σε οποιαδήποτε εργασία για βιοπορισμό,
αυτό το γεγονός θα πρέπει να ασκεί επιρροή
στο αν αυτός ο
φοιτητής θα γίνει δικηγόρος;
Άρθρο 14. Διάρκεια της άσκησης - περιεχόμενο
Άρθρο 14. Διάρκεια της άσκησης - περιεχόμενο
Η παραγρ. 3 αναφέρεται μεταξύ των
άλλων στον καθορισμό αμοιβής των ασκούμενων
δικηγόρων υπολαμβάνοντας ότι στον ασκούμενο δικηγόρο καταβάλλεται αμοιβή
(από ποιον;). Αν εννοείται ως αμοιβή η
απασχόληση κατά το άρθρο 13 του σχεδίου, τότε θα πρέπει να διευκρινισθεί η διατύπωση με την αναφορά αυτής της διάταξης στο εν λόγω άρθρο 14.
Άρθρο 28. Τήρηση Βιβλίου
Διοριζομένων δικηγόρων κ.λ.π.
Στο εδάφιο (δ) της παραγρ. 3 θα πρέπει να προστεθούν και
οι λόγοι αναστολής όπως και οι ενδεχομένως επιβληθείσες πειθαρχικές ποινές
καθόσον στο πιστοποιητικό που εκδίδεται
από το Δικηγορικό Σύλλογο κατά την παύση
της άσκησης του λειτουργήματος
του δικηγόρου αναφέρεται μεταξύ των άλλων και
το εάν επιβλήθηκαν πειθαρχικές ποινές
στο δικηγόρο.
Άρθρο 29. Διορισμός δικηγόρων.
Όσον αφορά το διορισμό ως δικηγόρων των εξερχομένων από την
υπηρεσία τους δικαστών θα πρέπει να
διατηρηθούν οι ισχύοντες
περιορισμοί του άρθρου 21 παρ. 3 του ισχύοντος
Κώδικα Δικηγόρων προσέτι δε, στην
περίπτωσή τους να θεσπισθεί ή
αναστολή των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους
για όσο χρόνο
θα ασκούν τη δικηγορία.
Άρθρο 33. Αναστολή της
δικηγορικής ιδιότητας.
Στο εδάφιο (β) να προστεθούν και οι Αντιπεριφερειάρχες όπως και οι Αντιδήμαρχοι, οι οποίοι, ιδίως μετά την ισχύ του «Καλλικράτη»(Ν. 3852/2010)
επιφορτίζονται με σοβαρές αρμοδιότητες και βαριά
καθήκοντα με αποτέλεσμα η τυχόν άσκηση του δικηγορικού
λειτουργήματος από αυτά τα πρόσωπα να αποβαίνει κατ’ ανάγκη σε
βάρος οποιασδήποτε από
αυτές τις ασχολίες τους για τις οποίες
βεβαίως αμείβεται. Πέραν τούτου
πρόδηλον καθίσταται το ενδεχόμενο αθέμιτου (αντιτιθεμένου στην ηθική και στη δεοντολογία) ανταγωνισμού σε
βάρος των δικηγόρων στις επαρχιακές Περιφέρειες και
Δήμους. Ο κίνδυνος αυτός (της αθέμιτης άγρας πελατών) μεγιστοποιείται ιδίως με τη
συμμετοχή αυτών των δικηγόρων
σε δικηγορικές εταιρίες.
Άρθρο 34. Μερική ανατολή της δικηγορικής ιδιότητας.
Ως προς την παραγρ. 1:
Η μερική αναστολή αυτής της
παραγράφου, στην ουσία και εν τοις πράγμασι αποβαίνει άνευ αντικειμένου, καθόσον οι καθηγητές Πανεπιστημίου δεν ασχολούνται με υποθέσεις Ειρηνοδικείων και
Πρωτοδικείων ή με πταίσματα ή πλημμελήματα σε πρώτο βαθμό. Από την άσκηση
της δικηγορίας από τους
Καθηγητές Πανεπιστημίου προκύπτουν
δύο στρεβλώσεις: Ως
εκπαιδευτικοί, οι εν λόγω δικηγορούντες ασχολούνται με τη διδασκαλία
των Νομικών σπουδών οριακά, και κάποιοι
απ’ αυτούς μόνο κατ’
όνομα, θέτοντάς της, κατ’ ιεράρχηση ενδιαφέροντος, σε δεύτερη μοίρα
με άμεση συνέπεια να υφίσταται
βλάβη η πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ως
δικηγόροι, οι εν λόγω
πανεπιστημιακοί, ασκούν αυτό το
λειτούργημά τους προδήλως κατ’ αθέμιτον
ανταγωνισμόν προς τους
λοιπούς είτε, λόγω του τίτλου
τους ως πανεπιστημιακοί,
αγρεύοντες αθεμίτως πελατείαν, είτε ως προς την απονομήν της
ακριβοδίκαιης δικαιοσύνης
καθόσον η προσωπική των επιρροή δεν αφήνει
την δικαστικήν έδρα
ή τη σύνθεση του Δικαστηρίου αδιάφορον, ακόμη και σε βαθμό
που μια δικαστική απόφαση
να ήταν διάφορη αν
σ’ αυτή δε συμμετείχε δικηγόρος - Πανεπιστημιακός. Οι δικηγόροι –
καθηγητές ασκούν ταυτοχρόνως
δύο σημαντικά και υψηλής στάθμης λειτουργήματα, του ενός στο
χώρο της Πανεπιστημιακής παιδείας και του
άλλου στο χώρο της απονομής
της Δικαιοσύνης και όπως συνήθως
συμβαίνει το ένα εκ των δύο
λειτουργημάτων το ασκούν πάρεργα. Εάν
ωστόσον δεν μπορεί ο Κώδικας των Δικηγόρων
να εκκαθαρίσει αυτή την
παθολογία, λόγω κάποιου νομικού κωλύματος που σε εμάς δεν είναι γνωστό,
τότε φρονούμε ότι
αυτή η διάταξη για μερική
αναστολή της άσκησης
δικηγορίας δεν θα χρειάζεται να τεθεί αφού το μόνο
που σηματοδοτεί η ύπαρξή της
είναι η διάκριση μεταξύ «μεγάλων» και «μικρών» Δικαστηρίων, πράγμα ασύμβατο με το ενιαίο
της Δικαιοσύνης και
εμμέσως «απαξιωτικό» για τα διακρινόμενα
ως «μικρά» Δικαστήρια.
Ως προς την παραγρ.2: Παρά
το ότι
η διατύπωσή της συνιστά βελτίωση
της ισχύουσας διάταξης
του άρθρου 62 παρ. 3 του ισχύοντος Δικηγορικού Κώδικα, η άσκηση δικηγορίας από τους Βουλευτές ή Ευρωβουλευτές εξακολουθεί να θέτει
σοβαρά προβλήματα τόσο στην απονομή της δικαιοσύνης
όσο και στην ανεπηρέαστη και με
θεμιτούς όρους άσκηση της δικηγορίας.
Καταρχήν, η άσκηση του δικηγορικού
λειτουργήματος, δηλ. η λειτουργία
ενός προσώπου ως «θεμελιώδους,
ισότιμου, ανεξάρτητου, αναγκαίου και απαραίτητου» (άρθρο 2 του Σχ.) παράγοντα
στην απονομή της Δικαιοσύνης και
η λειτουργία αυτού του ίδιου προσώπου ως μέλους
του Κοινοβουλίου, Καθέδρας της
Νομοθετικής Εξουσίας,
εισάγει τον δικηγόρο - Βουλευτή στα όρια της
σύγχυσης της ασάφειας και της
αμφισβήτησης των κατά το
Σύνταγμα διακριτών πεδίων
της Νομοθετικής και της
Δικαστικής εξουσίας. Περαιτέρω η
βουλευτική ιδιότητα καθιστά
τον δικηγόρο ως επαγγελματία,
σαφώς προνομιούχο ως προς την
απόκτηση πελατείας, ανταγωνιζόμενον αθεμίτως
τους συναδέλφους του, (έστω και
ενδεχομένως παρά τις προθέσεις του), ενώ
ως λειτουργός της Δικαιοσύνης (ιδίως στο ποινικό πεδίο) δυσχερώς θα γίνει πιστευτός
ο μη επηρεασμός
της έδρας από τη
βουλευτική ιδιότητα. Αρνητικώς θα λειτουργήσει ως προς τον
υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των δικηγόρων και η συμμετοχή του
βουλευτή – δικηγόρου, όπως εξάλλου και του πανεπιστημιακού - δικηγόρου
σε δικηγορική εταιρία, Η άποψή μας όθεν ως προς
τη διατύπωση αυτού του άρθρου είναι, για μεν τους πανεπιστημιακούς, ο κατά το δυνατόν μεγαλύτερος περιορισμός
στην άσκηση της δικηγορίας, αν
δεν είναι δυνατή η θέσπιση της
πλήρους αναστολής τους, για δε
τους βουλευτές η πλήρης
αναστολή της άσκησης του
δικηγορικού λειτουργήματος.
Άρθρο 38. Περιγραφή του έργου του
Δικηγόρου
Θα πρέπει κατά τη γνώμη μας
στα έργα του δικηγόρου να περιληφθεί
σ’ αυτό το άρθρο και η «διεκπεραίωση των εξωδίκων διοικητικών
υποθέσεων και των συνταξιοδοτικών υποθέσεων».
Άρθρο 43. Επαγγελματική
προβολή
Στην παράγραφο 4 «δεν επιτρέπεται σε
δικηγόρο … να δίνει
συνεντεύξεις στον Τύπο….» μετά
τη λέξη «συνεντεύξεις» να περιληφθούν και οι λέξεις «ή δηλώσεις».
Άρθρο 52. Ίδρυση δικηγορικής εταιρίας κ.λ.π.
Όσον αφορά την επωνυμία της
εταιρίας (παραγρ. 8) και
συγκεκριμένα τη διατήρηση σ’ αυτή του
ονόματος θανόντος, ενδεχομένως
διακεκριμένου δικηγόρου εταίρου, μετά το θάνατό του, τούτο ενδέχεται
να παραπλανεί τους ενδιαφερόμενους που θα υπολαμβάνουν (αγνοούντες το
θάνατο) ότι ο θανών συμμετέχει
στο επιστημονικό δυναμικό
της Εταιρίας..
Άρθρο 65. Καθορισμός των νομίμων αμοιβών
Στην παραγρ. 1 μετά την περίπτωση
(η) στις αγωγές από αξιόγραφα
δεν διαλαμβάνονται και οι επιταγές.
Ο Πρόεδρος του Διοικητικού
Συμβουλίου
Χαράλαμπος Χ. Μπρουσκέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου