Σε
σημερινή, κοινή ανακοίνωση των έξι μεγαλυτέρων Δικαστικών Ενώσεων
επισημαίνεται ο αντισυνταγματικός χαρακτήρας των συνεχών περικοπών των
αποδοχών του κλάδου και τονίζονται ιδιαίτερα τα εξής:
« α) το Σύνταγμα (αρθρ. 88§2 και 99) επιβάλλει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των Δικαστικών Λειτουργών, ανάλογη με τη φύση του Λειτουργήματός τους και ανάλογη με τη σπουδαιότητα και τις μεγάλες ευθύνες των καθηκόντων τους. Προστατεύει, έτσι, και την ανεξαρτησία του Δικαστή απέναντι σε τυχόν πιέσεις ή παρεμβάσεις. Δεν νοείται, επομένως, ταύτιση των Δικαστικών Λειτουργών με οποιαδήποτε άλλη κατηγορία του Δημόσιου Τομέα, αφού αυτοί είναι ισότιμοι κατά το Σύνταγμα, και κατά συνέπεια οι αποδοχές τους μπορούν να συγκρίνονται μόνο με εκείνες των Λειτουργών των άλλων δύο Εξουσιών του Κράτους (Νομοθετικής- Εκτελεστικής).
β) Παρά την ως άνω Συνταγματική προστασία, οι αποδοχές μας έχουν, μέχρι σήμερα, μειωθεί, σε ποσοστό 40%, χωρίς να συνυπολογίζεται η επ’ αόριστον αναστολή των μισθολογικών προαγωγών (ωριμάνσεων), και χορήγησης του χρονοεπιδόματος, με αποτέλεσμα ο νεοδιοριζόμενος Δικαστικός Λειτουργός να έχει καθαρές μηνιαίες αποδοχές ποσού 1800 Ευρώ, οι δε Δικαστικοί Λειτουργοί του πρώτου βαθμού, οι οποίοι αποτελούν το ήμισυ εκ του συνολικού αριθμού, των 4.000 Δικαστικών Λειτουργών, καθαρές μηνιαίες αποδοχές ποσού 2.300 Ευρώ. Υπογραμμίζεται ότι ο Δικαστικός Λειτουργός έχει ως όριο εισαγωγής στη Σχολή Δικαστών το 28ο έτος της ηλικίας του και διορίζεται στο 30ο έτος, όταν οι πτυχιούχοι του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα έχουν ήδη προϋπηρεσία 6-8 ετών. Επιπλέον κωλύεται να υπηρετήσει στον τόπο καταγωγής του, έχοντας έτσι, αυξημένες δαπάνες διαμονής και μετακίνησης, ενώ, βάσει του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται ( και ορθώς ) να ασκεί οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. Αντιμετωπίζει βαρύ φόρτο εργασίας και είναι υποχρεωμένος να εργάζεται πέραν του ωραρίου των δημοσίων υπηρεσιών κατά τις νυκτερινές ώρες, καθώς και εορτές και αργίες, για να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερα αυξημένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις του, επιβαρυνόμενος ο ίδιος με τις δαπάνες διατήρησης οργανωμένου χώρου γραφείου και βιβλιοθήκης, στην κατοικία του.»
Συνεχίζοντας στην ίδια ανακοίνωση οι εκπρόσωποι των Δικαστικών Ενώσεων σημειώνουν με έμφαση ότι οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση δεν θα γίνει αποδεκτή: «Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση των αποδοχών μας, η οποία καταλήγει σε συνολική περικοπή ποσοστού άνω του 50%, αντίκειται στο Σύνταγμα, διότι οι αποδοχές των Δικαστικών Λειτουργών παύουν να είναι ανάλογες με το Λειτούργημά τους και δεν εξασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωσή τους, κυρίως στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, και επιπλέον θα προκαλέσει δυσλειτουργίες στην ποιοτική απονομή της Δικαιοσύνης, η οποία πέραν του ότι εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη και συνιστά το θεμέλιο της προστασίας του Δημοκρατικού πολιτεύματος, συμβάλλει και στην οικονομική ανάπτυξη της Χώρας. Όλες οι ανωτέρω θέσεις μας αναπτύχθηκαν ήδη στις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν την 21η Αυγούστου 2012, με τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα και τον Διευθυντή του γραφείου του Πρωθυπουργού (λόγω κωλύματος του ιδίου), προς τον οποίο επαναλαμβάνουμε, με σχετικό έγγραφό μας, που απευθύνεται προς τους άλλους δύο αρχηγούς των Κομμάτων της Κυβέρνησης, το αίτημα για συνάντηση. Σημειωτέον, ότι έχουν ήδη προταθεί ισοδύναμα μέτρα, τα οποία υπερκαλύπτουν το απαιτούμενο ποσό και εκφράζουμε την απορία μας για την απόρριψή τους. Δηλώνουμε ότι, δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχθούμε ούτε την υποβάθμιση των Δικαστικών Λειτουργών, ούτε και την υποβάθμιση της ποιοτικής απονομής της Δικαιοσύνης, τα οποία θα αποτρέψουμε με κάθε νόμιμο τρόπο. Αποφασίσθηκε ήδη συνάντηση των Διοικητικών Συμβουλίων όλων των Δικαστικών Ενώσεων, για να ληφθεί απόφαση από κοινού για την περαιτέρω στάση μας.»
http://www.lawnet.gr
« α) το Σύνταγμα (αρθρ. 88§2 και 99) επιβάλλει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των Δικαστικών Λειτουργών, ανάλογη με τη φύση του Λειτουργήματός τους και ανάλογη με τη σπουδαιότητα και τις μεγάλες ευθύνες των καθηκόντων τους. Προστατεύει, έτσι, και την ανεξαρτησία του Δικαστή απέναντι σε τυχόν πιέσεις ή παρεμβάσεις. Δεν νοείται, επομένως, ταύτιση των Δικαστικών Λειτουργών με οποιαδήποτε άλλη κατηγορία του Δημόσιου Τομέα, αφού αυτοί είναι ισότιμοι κατά το Σύνταγμα, και κατά συνέπεια οι αποδοχές τους μπορούν να συγκρίνονται μόνο με εκείνες των Λειτουργών των άλλων δύο Εξουσιών του Κράτους (Νομοθετικής- Εκτελεστικής).
β) Παρά την ως άνω Συνταγματική προστασία, οι αποδοχές μας έχουν, μέχρι σήμερα, μειωθεί, σε ποσοστό 40%, χωρίς να συνυπολογίζεται η επ’ αόριστον αναστολή των μισθολογικών προαγωγών (ωριμάνσεων), και χορήγησης του χρονοεπιδόματος, με αποτέλεσμα ο νεοδιοριζόμενος Δικαστικός Λειτουργός να έχει καθαρές μηνιαίες αποδοχές ποσού 1800 Ευρώ, οι δε Δικαστικοί Λειτουργοί του πρώτου βαθμού, οι οποίοι αποτελούν το ήμισυ εκ του συνολικού αριθμού, των 4.000 Δικαστικών Λειτουργών, καθαρές μηνιαίες αποδοχές ποσού 2.300 Ευρώ. Υπογραμμίζεται ότι ο Δικαστικός Λειτουργός έχει ως όριο εισαγωγής στη Σχολή Δικαστών το 28ο έτος της ηλικίας του και διορίζεται στο 30ο έτος, όταν οι πτυχιούχοι του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα έχουν ήδη προϋπηρεσία 6-8 ετών. Επιπλέον κωλύεται να υπηρετήσει στον τόπο καταγωγής του, έχοντας έτσι, αυξημένες δαπάνες διαμονής και μετακίνησης, ενώ, βάσει του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται ( και ορθώς ) να ασκεί οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα. Αντιμετωπίζει βαρύ φόρτο εργασίας και είναι υποχρεωμένος να εργάζεται πέραν του ωραρίου των δημοσίων υπηρεσιών κατά τις νυκτερινές ώρες, καθώς και εορτές και αργίες, για να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερα αυξημένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις του, επιβαρυνόμενος ο ίδιος με τις δαπάνες διατήρησης οργανωμένου χώρου γραφείου και βιβλιοθήκης, στην κατοικία του.»
Συνεχίζοντας στην ίδια ανακοίνωση οι εκπρόσωποι των Δικαστικών Ενώσεων σημειώνουν με έμφαση ότι οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση δεν θα γίνει αποδεκτή: «Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε περαιτέρω μείωση των αποδοχών μας, η οποία καταλήγει σε συνολική περικοπή ποσοστού άνω του 50%, αντίκειται στο Σύνταγμα, διότι οι αποδοχές των Δικαστικών Λειτουργών παύουν να είναι ανάλογες με το Λειτούργημά τους και δεν εξασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωσή τους, κυρίως στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, και επιπλέον θα προκαλέσει δυσλειτουργίες στην ποιοτική απονομή της Δικαιοσύνης, η οποία πέραν του ότι εξασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη και συνιστά το θεμέλιο της προστασίας του Δημοκρατικού πολιτεύματος, συμβάλλει και στην οικονομική ανάπτυξη της Χώρας. Όλες οι ανωτέρω θέσεις μας αναπτύχθηκαν ήδη στις συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν την 21η Αυγούστου 2012, με τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ιωάννη Στουρνάρα και τον Διευθυντή του γραφείου του Πρωθυπουργού (λόγω κωλύματος του ιδίου), προς τον οποίο επαναλαμβάνουμε, με σχετικό έγγραφό μας, που απευθύνεται προς τους άλλους δύο αρχηγούς των Κομμάτων της Κυβέρνησης, το αίτημα για συνάντηση. Σημειωτέον, ότι έχουν ήδη προταθεί ισοδύναμα μέτρα, τα οποία υπερκαλύπτουν το απαιτούμενο ποσό και εκφράζουμε την απορία μας για την απόρριψή τους. Δηλώνουμε ότι, δεν είμαστε διατεθειμένοι να αποδεχθούμε ούτε την υποβάθμιση των Δικαστικών Λειτουργών, ούτε και την υποβάθμιση της ποιοτικής απονομής της Δικαιοσύνης, τα οποία θα αποτρέψουμε με κάθε νόμιμο τρόπο. Αποφασίσθηκε ήδη συνάντηση των Διοικητικών Συμβουλίων όλων των Δικαστικών Ενώσεων, για να ληφθεί απόφαση από κοινού για την περαιτέρω στάση μας.»
http://www.lawnet.gr
Σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων, ο δικηγόρος είναι άμμισθος δικαστικός λειτουργός μετέχων στην άσκηση και λειτουργία της δικαστικής εξουσίας. Συνεπώς θα πρέπει να ισχύουν και για αυτόν όσα ισχύουν για τους λοιπούς (έμμισθους)δικαστικούς λειτουργούς και υπαλλήλους. Μήπως πρέπει να δούμε υπό το πρίσμα αυτό τι πρέπει να κάνουμε;
ΑπάντησηΔιαγραφή