ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ

Το ιστολόγιο αυτό αποτελεί ένα βήμα ενημέρωσης, συζήτησης και προβληματισμού των δικηγόρων της περιφέρειας και όχι μόνο, για όσα τους απασχολούν επαγγελματικά και άλλα... Ξεκίνησε το 2011, όταν στο χώρο της δικηγορίας, ελάχιστοι ασχολούνταν με την ενημέρωση για ζητήματα που απασχολούσαν τους συναδέλφους. Ο υποφαινόμενος - διαχειριστής - επιχείρησε τότε να δημιουργήσει μια πηγή ενημέρωσης σε πανελλαδικό επίπεδο. Σιγά σιγά, τα επόμενα χρόνια, προέκυψαν κι άλλες πηγές ενημέρωσης, κάποιες μάλιστα επαγγελματικού επιπέδου. Το νέο τοπίο που διαμορφώθηκε στη διαδικτυακή ενημέρωση, σε συνδυασμό και με τις πολλές ευθύνες που ανέλαβε πλέον ο υποφαινόμενος, άρα τον ελάχιστο χρόνο που διέθετε, είχαν σαν αποτέλεσμα το Σεπτέμβρη του 2019, το blog να πάψει ουσιαστικά να ενημερώνεται και ο dikigorosdramas να σιωπήσει. Εδώ και μερικές ημέρες όμως, η επικαιρότητα αλλά και η διάθεση του διαχειριστή, ξαναφέρνουν το blog σε λειτουργία, με στοχευμένες αναρτήσεις και συγκεκριμένες ενημερώσεις...... το μέλλον θα δείξει..... >

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

To μέλλον που πρέπει να αντιπαλέψουμε

To μέλλον που πρέπει να αντιπαλέψουμε


Δημήτριος Ηλ. Πολλάλης, Ταμίας-Σύμβουλος Δ.Σ.Π.
Ηλίας Ι. Κλάππας, Σύμβουλος Δ.Σ.Π.

Τους τελευταίους μήνες όλοι τελούμε εν γνώσει μιας διαρκούς και συστηματικής επίθεσης, την οποία έχει εξαπολύσει η Κυβέρνηση εναντίον του κλάδου και του λειτουργήματος το οποίο ευσυνείδητα και υπεύθυνα υπηρετούμε.
Η επίθεση αυτή εντάσσεται στις λεγόμενες «διαρθρωτικές αλλαγές» που επιχειρούνται στην ελληνική κοινωνία με πρόσχημα την ανάγκη δημοσιονομικής εξυγίανσης της χώρας και αύξησης της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Με τον όρο «διαρθρωτικές αλλαγές», οι κυβερνώντες βάφτισαν κατ’ ευφημισμό τα μέτρα ακραίου νεοφιλελευθερισμού, με τα οποία επιχειρούν να χτυπήσουν τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών των Ελλήνων εργαζομένων.
Σκοπός τους η δημιουργία μίας πλήρως απελευθερωμένης αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών χωρίς εγγυήσεις και διασφαλίσεις («περιορισμούς» τους ονομάζουν οι ίδιοι) για την εργασία και τους εργαζόμενους, η οποία θα επιτρέπει την περαιτέρω συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Στα πλαίσια αυτά ψήφισαν το νόμο για τις εργασιακές σχέσεις, με τον οποίο καταργείται ουσιαστικά η συλλογική διαπραγμάτευση και σηματοδοτείται το πέρασμα στην ατομική διαπραγμάτευση, γεγονός το οποίο σημαίνει ουσιαστική κατάργηση της συλλογικότητας στην εργασία και υποκατάστασή της από μέτρα μονομερούς επιβολής.
Επίσης, στα πλαίσια αυτά επιχειρούν το αποκαλούμενο «άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων», ώστε να επιτύχουν την πλήρη απελευθέρωση του τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς καταλαμβάνει άνω του 60% επί των συνολικών μεγεθών της οικονομίας μας.
Συνεπώς, η επίθεση στο δικηγορικό κλάδο δεν είναι μεμονωμένη ούτε ξεκομμένη από τις γενικότερες κοινωνικές αλλαγές που με δραματικό τρόπο λαμβάνουν χώρα τους τελευταίους μήνες.
Πλην όμως, η επίθεση αυτή έχει γενικότερες διαστάσεις και σημασία, καθώς δεν αφορά απλά και μόνο έναν επαγγελματικό κλάδο, αλλά επηρεάζει το συνταγματικό δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας κάθε Έλληνα πολίτη και, εντέλει, επηρεάζει τον ίδιο το θεσμό της Δικαιοσύνης, ο οποίος άμεσα συνδέεται με την προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών των Ελλήνων πολιτών.
Η επίθεση στο δικηγορικό σώμα άρχισε με την επιβολή Φ.Π.Α. στις δικηγορικές υπηρεσίες και με την εξομοίωση της δικηγορικής δραστηριότητας με την εμπορική πρακτική όσον αφορά στον τρόπο τιμολόγησης, έκδοσης των αποδείξεων, φορολόγησης και απόδοσης Φ.Π.Α. όπου πλέον παύει να ισχύει η αρχή της είσπραξης και καθιερώνεται, με το άρθρο 6 παρ. 9 ν.3842/2010, η αρχή του απαιτητού της αμοιβής για την έκδοση αποδείξεων.
Σήμερα πλέον, ερχόμαστε αντιμέτωποι με ακόμη πιο σκληρά μέτρα, τα οποία αφορούν την ίδια την επιβίωση των δικηγόρων και των δικηγορικών συλλόγων.
Πολιορκητικό κριό για την λήψη και επιβολή των μέτρων αυτών αποτελούν ο ν.3844/2010 περί ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2006/123, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (Οδηγία Μπολκενστάιν) και ο ν.3845/2010 περί των μέτρων εφαρμογής του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από το Δ.Ν.Τ. και, ειδικότερα, το παράρτημα ΙΙΙ αυτού, με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε σε διεθνή οργανισμό συνταγματικές αρμοδιότητες χωρίς, μάλιστα, να τηρηθεί η συνταγματικά προβλεπόμενη αυξημένη πλειοψηφία των βουλευτών κατά τη ψήφισή του (άρθρο 28 παρ. 2 Συντάγματος).
Με τα μέτρα αυτά επιχειρείται, αφενός, να αλλάξει ο χάρτης της δικηγορίας στην Ελλάδα με την πρόκληση βίαιου αποπληθωρισμού και την συσσώρευση της δικηγορικής ύλης σε μεγάλες δικηγορικές εταιρείες με ταυτόχρονη υπαλληλοποίηση της μεγάλης μάζας των δικηγόρων και, αφετέρου, σηματοδοτείται η υποβάθμιση και η υπονόμευση του θεσμικού ρόλου των δικηγόρων και των δικηγορικών συλλόγων στην απονομή της δικαιοσύνης και στην προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Ανάμεσα στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται και η κατάργηση, αφενός, των ελαχίστων αμοιβών των δικηγόρων που εξασφαλίζουν την αξιοπρεπή άσκηση του λειτουργήματός μας και αποτελούν την ελάχιστη εγγύηση ενάντια στην εκμετάλλευσή μας και ενάντια στον αθέμιτο μεταξύ μας ανταγωνισμό και, αφετέρου, των προεισπράξεων δικηγορικής αμοιβής, οι οποίες στηρίζουν οικονομικά την ύπαρξη και λειτουργία των συλλόγων μας και των κλαδικών μας ταμείων.
Πρέπει να γίνει κατανοητή η διάκριση μεταξύ ελαχίστων αμοιβών και προεισπράξεων και να αντιπαλέψουμε κάθε προσπάθεια υποκατάστασής τους από «ενδεικτικές τιμές» ή αντίστοιχους άλλους όρους που θα επιτρέπουν ατομική διαπραγμάτευση κάτω από αυτές, αλλά φορολόγηση με βάση αυτές.
Τα μέτρα αυτά απορρύθμισης του δικηγορικού λειτουργήματος και μετατροπής του σε επιχειρηματική δραστηριότητα αποκρύπτονται επιμελώς μέχρι σήμερα τόσο από την ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών όσο και από την ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης και, παρά την έγκαιρη, επανειλημμένη από την πλευρά μας ανάδειξη των υπαρκτών κινδύνων, εξακολουθεί μέχρι σήμερα να γίνεται προσπάθεια κατευνασμού των εύλογων και δίκαιων αντιδράσεων των δικηγόρων.
Πλην όμως, οι ίδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες των υπουργείων αυτών όταν βρίσκονται σε «οικογενειακές» εκδηλώσεις με ιδεολογικά συγγενείς σε αυτούς ομιλητές λένε αλήθειες που επιμελώς κρύβουν σε θεσμικά οργανωμένες συναντήσεις και συμβούλια.

Σε μία τέτοια εκδήλωση που διοργανώθηκε από το ΙΣΤΑΜΕ στις 25 Νοεμβρίου 2010 στην αίθουσα εκδηλώσεων της ΕΣΗΕΑ, με θέμα «Η εφαρμογή της Οδηγίας για τις υπηρεσίες στην Ελλάδα, ευκαιρίες και προκλήσεις» εκφράστηκαν απόψεις από κορυφαίους υπηρεσιακούς παράγοντες που λαμβάνουν κρίσιμες για το δικηγορικό σώμα αποφάσεις, οι οποίες απόψεις διαψεύδουν όσους επιχειρούν να ωραιοποιήσουν τα μέτρα που η κυβέρνηση σκοπεύει να επιβάλει σε σχέση με τον κλάδο μας.
Στην εκδήλωση αυτή, στην οποία, δυστυχώς, δεν εκπροσωπήθηκε η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, παρότι εκπροσωπήθηκαν άλλοι φορείς, όπως το ΤΕΕ δια του Προέδρου του, επισημάνθηκε ότι «τα κράτη-μέλη διατηρούν την ευχέρεια να εισάγουν περιορισμούς στις κοινοτικές ελευθερίες» (Βασίλης Χατζόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πανεπιστημίου Θράκης) και ότι «υπάρχει δυνατότητα οι προκαθορισμένες αμοιβές και οι ποσοτικοί και γεωγραφικοί-εδαφικοί περιορισμοί να αξιολογηθούν ως προς το ζήτημα της άρσης τους, στη βάση της αρχής της αναλογικότητας και εφόσον τούτο επιβάλλεται για λόγους άσκησης δημόσιας πολιτικής, δημόσιας ασφάλειας και υγείας, αλλά και για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος» (Ιωάννα Μαζιλέσκου, Εκπρόσωπος της Διεύθυνσης Εσωτερικής Αγοράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
Πλην όμως, όταν το λόγο έλαβε ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, Ηλίας Πλασκοβίτης, έγινε απολύτως ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση από την κυβέρνηση για αξιοποίηση έστω και αυτών των δυνατοτήτων που παρέχει η ίδια η Κοινοτική Οδηγία για την προστασία των ελαχίστων αμοιβών και την εξαίρεσή τους από την εφαρμογή της.
Ο κ. Πλασκοβίτης χαρακτήρισε την Οδηγία «κρίσιμο πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης» επέκρινε, μάλιστα, την μέχρι σήμερα ελληνική στάση έναντι της Οδηγίας αυτής ως «αμυντική, αναβλητική και μινιμαλιστική», υποστήριξε ότι «γίνεται επίκληση του δημοσίου συμφέροντος, για να προστατεύονται συντεχνιακά συμφέροντα, χωρίς την ίδια στιγμή να λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών» και, εν κατακλείδι, γνωστοποίησε την πρόθεση της κυβέρνησης «για την ψήφιση νόμου που θα «απελευθερώνει» συγκεκριμένα ρυθμιζόμενα επαγγέλματα, έως το τέλος Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους ή το αργότερο έως τις αρχές Ιανουαρίου του 2011, καθώς η υποχρέωση αυτή απορρέει από το Μνημόνιο. Ο νόμος θα επιτρέπει την εξαίρεση μέσω της έκδοσης προεδρικού διατάγματος συγκεκριμένων επαγγελμάτων από τις ρυθμίσεις του για ορισμένο χρονικό διάστημα από την ψήφισή του. Για κάθε άλλο επάγγελμα, οι υφιστάμενοι περιορισμοί θα θεωρούνται παράνομοι και θα αίρονται αυτοδικαίως».
Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών έγινε ακόμη περισσότερο ξεκάθαρος όταν, απαντώντας στην τοποθέτηση του Προέδρου του Τ.Ε.Ε. για τη σημασία των ελαχίστων αμοιβών αναφορικά με τα φορολογικά έσοδα του Δημοσίου και την εξασφάλιση των ελαχίστων προδιαγραφών ενός τεχνικού έργου, δεν δίστασε να υπεραμυνθεί της θέσης για πλήρη κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών, καθώς κατά την άποψή του αυτό θα οδηγήσει στην αύξηση των φορολογικών εσόδων και τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών, προφανώς μέσω της όξυνσης του υφιστάμενου ανταγωνισμού, υποστήριξε δε ότι «η ύπαρξη των ελαχίστων αμοιβών συντηρεί τη φοροδιαφυγή».
Είναι προφανές, πλέον, ότι καμία κίνηση κατευνασμού δεν μπορεί να κρύψει την αλήθεια και τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης για τις ελάχιστες αμοιβές και τις προεισπράξεις. Βρισκόμαστε πλέον στο πιο κρίσιμο σημείο για την επιβίωση τη δική μας ως δικηγόρων και των συλλόγων μας. Αμηχανία και μισόλογα δεν έχουν πλέον θέση, καθώς σήμερα όλοι γνωρίζουμε το μέλλον που μας επιφυλάσσουν. Αυτό το μέλλον πρέπει να το αντιπαλέψουμε όχι μόνο για να προστατέψουμε το δικηγορικό λειτούργημα και τους Συλλόγους μας, αλλά επειδή έχουμε χρέος απέναντι στην ελληνική κοινωνία που βλέπει στο πρόσωπο των δικηγόρων τον προασπιστή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Είναι αναγκαίο να λειτουργήσουν άμεσα τα συλλογικά όργανα του δικηγορικού σώματος και, πρώτιστα, η Συντονιστική Επιτροπή και η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων. Στην κρίσιμη αυτή φάση που βρίσκεται το δικηγορικό σώμα δεν επιτρέπονται προσωπικές στρατηγικές ούτε είναι ανεκτές αντιπαραθέσεις με βάση προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες.
Η ηγεσία του δικηγορικού σώματος οφείλει να μην παραμείνει αδρανής, να μην παραμείνει θεατής των εξελίξεων, όπως μέχρι σήμερα, αλλά να αντιδράσει και να αντιταχθεί στο μέλλον που επιφυλάσσεται για εμάς γιατί έχει τεράστια ευθύνη τόσο απέναντι στους συναδέλφους μας όσο και στις γενιές που έρχονται, αλλά και απέναντι στην κοινωνία και τους Έλληνες πολίτες.
Έχουμε ύψιστη υποχρέωση έναντι του θεσμού της Δικαιοσύνης, τον οποίο καλούμαστε καθημερινά να τιμάμε, αλλά και έναντι του κοινωνικού συνόλου, το οποίο αντιλαμβάνεται τον ουσιαστικό μας ρόλο και εναποθέτει σε εμάς προσδοκίες για την καλύτερη δυνατή προώθηση και προάσπιση των συμφερόντων του, να αμυνθούμε και να αντιδράσουμε πριν ακόμη είναι τελείως αργά.


Το παρακάτω άρθρο των συναδέλφων Δημητρίου Πολλάλη  και Ηλία Κλάππα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Δικηγορική Επικαιρότητα» (φύλλο 107, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2010).

skouzekaifilonos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου