ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ

Το ιστολόγιο αυτό αποτελεί ένα βήμα ενημέρωσης, συζήτησης και προβληματισμού των δικηγόρων της περιφέρειας και όχι μόνο, για όσα τους απασχολούν επαγγελματικά και άλλα... Ξεκίνησε το 2011, όταν στο χώρο της δικηγορίας, ελάχιστοι ασχολούνταν με την ενημέρωση για ζητήματα που απασχολούσαν τους συναδέλφους. Ο υποφαινόμενος - διαχειριστής - επιχείρησε τότε να δημιουργήσει μια πηγή ενημέρωσης σε πανελλαδικό επίπεδο. Σιγά σιγά, τα επόμενα χρόνια, προέκυψαν κι άλλες πηγές ενημέρωσης, κάποιες μάλιστα επαγγελματικού επιπέδου. Το νέο τοπίο που διαμορφώθηκε στη διαδικτυακή ενημέρωση, σε συνδυασμό και με τις πολλές ευθύνες που ανέλαβε πλέον ο υποφαινόμενος, άρα τον ελάχιστο χρόνο που διέθετε, είχαν σαν αποτέλεσμα το Σεπτέμβρη του 2019, το blog να πάψει ουσιαστικά να ενημερώνεται και ο dikigorosdramas να σιωπήσει. Εδώ και μερικές ημέρες όμως, η επικαιρότητα αλλά και η διάθεση του διαχειριστή, ξαναφέρνουν το blog σε λειτουργία, με στοχευμένες αναρτήσεις και συγκεκριμένες ενημερώσεις...... το μέλλον θα δείξει..... >

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Ο ΔΥΣΚΟΛΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ 1940 - 41

Πείνα
13.12.41

Πείνα και αθλιότης στους δρόμους και στα σπίτια. Οι άνθρωποι πρίζονται. Πεθαίνουν στους δρόμους. Οι Γερμανοί αφαιρούν το παν. Τα τρόφιμα έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Το θέαμα ανθρώπων αναίσθητων από την πείνα στα πεζοδρόμια της Λεωφόρου Πανεπιστημίου είναι κάθε μέρα συχνότερο. [...] Στο σταθμό μια γυναίκα πέφτει μπροστά μου σαν κεραυνόπληχτη. Την σηκώνουν, μαζεύεται κόσμος και της δίνει λεφτά. Τι να τα κάνει;
(Ασημ. Πανσέληνος, Φύλλα Ημερολογίου (1941-1943), Αθήνα, Κέδρος, 1993, σ. 118-119)
Μεγάλες θλιβερές ουρές

"Οι ουρές είναι μεγάλες, είναι θλιβερές, με λυπημένους ανθρώπους που ακολουθούν μια δική τους αυστηρή πειθαρχία κοπαδιού. [...] Η μητέρα προσφέρθηκε να πάει στην ουρά του φούρνου. Έφυγα από το σπίτι στις εννιά το πρωί. Εκείνη είχε ξυπνήσει από τις εξήμισι. Πίστευε πως θα ήταν με τους πρώτους. Βρήκε να περιμένουν διακόσιοι άνθρωποι. Γύρισα στις εννιά το βράδυ κι ήταν ακόμα εκεί, στην ίδια θέση περιμένοντας να φέρουν αλεύρι, να το ζυμώσουν, να το ψήσουν και ν' αρχίσουν τη διανομή που είναι τριάντα δράμια στο άτομο. Τη σήκωσα και τη βάσταξα για να γυρίσουμε σπίτι. Γι' αυτό αγόρασα το ψωμί απ' τον οδηγό. Τ' αγοράζεις με μια χρυσή λίρα."
(Γιώργος Καράγιωργας, Οι τραγουδιστάδες της Λευτεριάς, αναφορά στο: Χατζηπατέρα-Φαφαλιού, Μαρτυρίες 40-44, β' έκδοση, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σ. 328)
Πεινώ
Κατοχή. Στις γωνιές των δρόμων οι ντενεκέδες με τα σκουπίδια περιμένουν όχι το αυτοκίνητο ή μάλλον το κάρο να τους αδειάσει. Περιμένουν τους πεινασμένους ανθρώπους να ψάξουν μέσα να βρουν κάτι φαγώσιμο: λεμονόκουπα, φύλλα κρεμμυδιού...
[...]
Τα μπακάλικα άδεια. Το μόνο που βρίσκαμε ήταν μουστάρδα. Ο κυρ Βαγγέλης -ο παντοπώλης μας- διερωτάται πώς αγοράζουμε όλο μουστάρδα... Μια μέρα του έλυσα την απορία αυτή: "Σπουδαίο φαγητό" του λέω...
Η λέξη "πεινώ" αντηχούσε συνεχώς στ' αυτιά μας. Παιδιά γύριζαν σκελετωμένα, ωχρά, σύρριζα στο πεζοδρόμιο και φώναζαν "πεινώ" για να τ' ακούσουν οι ένοικοι των ισογείων σπιτιών να συγκινηθούν και να τους δώσουν κάτι, αν είχαν.
[...]
Κάποτε μας έδιναν με δελτίο λίγο ψωμί οι φούρνοι. Ήταν από σκουπόσπορο. Αν το κρατούσες στα χέρια να πας στο σπίτι, κάποιος σου τ' αρπούσε χωρίς ντροπή...
(Έρη Mελέκου, στο: Χατζηπατέρα-Φαφαλιού, Μαρτυρίες 40-44, β' έκδοση, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σ. 305)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου